🇬🇷 el en 🇬🇧

Νέος Κόσμος properNoun

  /ˈne.os ˈko.zmos/
  • (ιστορία) προσδιορισμός που περιγράφει το Δυτικό Ημισφαίριο (Αμερική) ή την Αυστραλία
New World
  • συνοικία της Αθήνας συνοικία της Αθήνας
Neos Kosmos
Wiktionary Links